Η βιομηχανική ανάπτυξη αποτελεί κινητήρια δύναμη για την τόνωση της οικονομίας των εκάστοτε κρατών παγκοσμίως. Πλέον, δεδομένου του όγκου των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της κλιματικής κρίσης που χαρακτηρίζουν την εποχή, τα κράτη στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην αειφόρο ανάπτυξη, δηλαδή στην οικονομική ανάπτυξη έχοντας ως προϋπόθεση την προστασία του περιβάλλοντος (Brundtland Commission, 1987, ) και την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής. Στο συγκεκριμένο κλίμα, αναπτύχθηκε η βιομηχανική συμβίωση, η οποία εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη πόλη Kalundborg της Δανίας.
Ως Βιομηχανική Συμβίωση ορίζεται η συνύπαρξη και συνεργασία βιομηχανικών μονάδων μέσω της ανταλλαγής ύλης, υποπροϊόντων, ενέργειας και νερού και πιθανώς πλέον και άλλων υλών και προϊόντων. Τόσο η αποτελεσματική συνεργασία, όσο η γεωγραφική εγγύτητα αποτελούν σημαντικά χαρακτηριστικά της (Chertow, 2000,). Η βιομηχανική συμβίωση στηρίζεται στα βιομηχανικά οικοσυστήματα, στα οποία οι εκροές μιας βιομηχανίας αποτελούν πρώτες ύλες για μία άλλη (Frosch και Gallopoulos, 1989,). Μέσω της βιομηχανικής συμβίωσης τονώνεται η κυκλική οικονομία και μειώνονται οι περιβαλλοντικοί ρύποι, δηλαδή επιτυγχάνεται η αειφόρος ανάπτυξη. Σύμφωνα με τον κανόνα 3-2 , για να είναι εφικτή η ύπαρξη συμβιωτικού δικτύου, πρέπει να συνεργάζονται τουλάχιστον τρεις διαφορετικές βιομηχανικές μονάδες και να ανταλλάσσονται τουλάχιστον 2 διαφορετικοί πόροι. Οι παραπάνω μονάδες δεν θα πρέπει, ωστόσο, να έχουν ως βασική δραστηριότητά τους την ανακύκλωση (Chertow, 2007,). Αυτό, στα πλαίσια του επανασχεδιαμού των Βιομηχανικών Πάρκων ή των οργανομένων περιοχών υποδοχής βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Επίδραση της Βιομηχανικής Συμβίωσης στον τομέα του περιβάλλοντος και της οικονομίας
Η εφαρμογή της Βιομηχανικής Συμβίωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να επιφέρει πολλά οφέλη ως προς την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανταγωνίζοντας την παγκόσμια αγορά. Αν και είναι δύσκολο οι επιχειρήσεις να αποδεχτούν την αξία της βιομηχανικής συμβίωσης, μιας και οι τιμές των πρώτων υλών και της ενέργειας κατά την παραγωγή των προϊόντων ήταν αρκετά χαμηλές, πλέον με την έκρηξη αυξήσεων σε ενεργειακό κόστος και Α Ύλες αποδεικνύεται πως συνολικά αποτελεί μια κερδοφόρα διαδικασία η οποία αποδίδει τα μέγιστα και στην πολιτκκή της Πράσινης Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Laybourn, 2012,). Συγκεκριμένα, υπολογίζεται πως με την καλύτερη επαναχρησιμοποίηση των πρώτων υλών στο πλαίσιο της βιομηχανικής συμβίωσης, είναι ικανές οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να αποταμιεύσουν συνολικά έως και 1.4 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Μέσω της βιομηχανικής συμβίωσης επιτυγχάνεται η βιώσιμη ανάπτυξη των κρατών δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας, καθώς έχει υπολογιστεί πως με την εφαρμογή κυκλικής οικονομίας μπορούν να δημιουργηθούν έως και 700.000 νέες θέσεις εργασίας (European Commission, 2020,).
Με την λειτουργία των βιομηχανικών μονάδων σύμφωνα με το πρότυπο της βιομηχανικής συμβίωσης μειώνεται η κατανάλωση φυσικών πόρων σε σύγκριση με τη μεμονωμένη λειτουργία των εργοστασίων. Το παραπάνω γεγονός ισοδυναμεί με τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, την κατανάλωση λιγότερης ενέργειας και νερού και την παραγωγή λιγότερων σκουπιδιών, συνδράμοντας έτσι στην προστασία του περιβάλλοντος και στην αειφόρο ανάπτυξη. Συνεπώς, επιτυγχάνεται ένα τριπλό κέρδος, όχι μόνο για το περιβάλλον, αλλά και για την οικονομία και την κοινωνία (Laybourn, 2012,). Άλλωστε για να επιτευχθεί έως και το 2050 η κλιματική ουδετερότητα, διατηρώντας το φυσικό περιβάλλον και ενισχύοντας την οικονομία απαιτείται να υπάρχει μια πλήρως κυκλική οικονομία (Timmermans, 2020,).
Στην πόλη Santa Croce sull’Arno της Ιταλίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που λειτουργούν σύμφωνα με το πρότυπο της βιομηχανικής συμβίωσης συγκρίθηκαν ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τους με ένα υποθετικό σενάριο, στο οποίο οι επιχειρήσεις δεν είχαν υιοθετήσει πλήρως το πρότυπο. Διαπιστώθηκε πως για την παραγωγή 1 m2 τελικού προϊόντος δέρματος με το πρώτο σενάριο υπάρχει βελτίωση 21,87% ως προς την κλιματική αλλαγή, λόγω της μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ενώ υπάρχει βελτίωση 18,51% ως προς τον ευτροφισμό, σε σύγκριση και των δυο περιπτώσεων με το δεύτερο σενάριο (Daddi T. κ.α., 2017).
Θεσμικό Πλαίσιο Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τη Βιομηχανική Συμβίωση
Σχετικά με την ταξινόμηση των αποβλήτων υπάρχουν δύο διατάξεις στην Οδηγία 2008/98/ΕΕ για τα απόβλητα. Οι συγκεκριμένες διατάξεις σχετίζονται με τα υποπροϊόντα και με τα κριτήρια αποχαρακτηρισμού των αποβλήτων. Οι κατάλογοι που συντάχθηκαν πρέπει να τηρούνται αυστηρώς όσον αφορά τα επικίνδυνα απόβλητα. Σε περιπτώσεις κενών στους συγκεκριμένους καταλόγους για τα υπόλοιπα απόβλητα, τα κράτη μέλη μπορούν να σχηματίζουν και να ακολουθούν τα δικά τους κριτήρια. Συνεπώς, κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να συμμετέχει ενεργά, στηριζόμενο σε επιστημονικά δεδομένα, στη δημιουργία καταλόγου και στην ανταλλαγή απόψεων μεταξύ άλλων κρατών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2007).
Η βιομηχανική συμβίωση οφείλει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη σύγχρονη εποχή. Όσο τα περιβαλλοντικά προβλήματα διογκώνονται, η κλιματική αλλαγή απειλεί τον πλανήτη, και η οικονομία είναι ασταθής, τόσο θα πρέπει να στρέφεται το ενδιαφέρον στην αειφόρο ανάπτυξη και την κυκλική οικονομία. Αν και το θεσμικό πλαίσιο εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι παντελώς καθορισμένο ως προς τον χαρακτηρισμό των αποβλήτων, τα κράτη- μέλη μπορούν να αναλάβουν πρωτοβουλία και να συντάσσουν καταλόγους, βασιζόμενοι σε επιστημονικά δεδομένα. Το παράδειγμα του Kalundborg Symbiosis αποδεικνύει πως μακροπρόθεσμα απολαμβάνονται τόσο οικονομικά, όσο και περιβαλλοντικά οφέλη. Συνεπώς, με διάθεση για έμπιστη συνεργασία και αξιοπιστία είναι εφικτή η αποτελεσματική εφαρμογή του μοντέλου της βιομηχανικής συμβίωσης.
Σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η κυκλική οικονομία αποτελεί πλέον μια μη αναστρέψιμη μείζονα παγκόσμια τάση. Ωστόσο, εξακολουθούν να απαιτούνται πολλά βήματα για την κλιμάκωση της δράσης σε επίπεδο ΕΕ και παγκοσμίως, για το πλήρες κλείσιμο του κύκλου και για την αξιοποίηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος που προσφέρει στις επιχειρήσεις της ΕΕ. Αν η ΕΕ επιθυμεί να διατηρήσει την ηγετική θέση της στον σχεδιασμό και την παραγωγή κυκλικών προϊόντων και υπηρεσιών και να ενισχύσει τον ρόλο των καταναλωτών στην υιοθέτηση πιο βιώσιμων τρόπων ζωής, θα χρειαστεί να αναληφθούν νέες δράσεις.
Όπως προτείνεται στο έγγραφο προβληματισμού "Προς μια βιώσιμη Ευρώπη έως το 2030", η κυκλική οικονομία θα πρέπει να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ, καθιστώντας δυνατή την κυκλικότητα σε νέους τομείς και κλάδους, οι εκτιμήσεις του κύκλου ζωής των προϊόντων θα πρέπει να καταστούν ο κανόνας και το πλαίσιο οικολογικού σχεδιασμού θα πρέπει να διευρυνθεί όσο το δυνατόν περισσότερο.
Το έργο που ξεκίνησε με τα χημικά προϊόντα, το μη τοξικό περιβάλλον, την οικολογική σήμανση και την οικολογική καινοτομία, τις κρίσιμες πρώτες ύλες και τα λιπάσματα θα πρέπει να συνεχιστεί με ταχύτερους ρυθμούς, αν η ΕΕ επιθυμεί να δρέψει όλα τα οφέλη της μετάβασης σε μια κυκλική οικονομία. Επίσης, θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος των καταναλωτών, ώστε να κάνουν συνειδητές επιλογές, και να ενταθούν οι προσπάθειες του δημόσιου τομέα μέσω βιώσιμων δημόσιων συμβάσεων.
Με την υποστήριξη της Επιτροπής, τα κράτη μέλη –ιδίως σε περιφέρειες που θεωρείται ότι κινδυνεύουν να μην επιτύχουν τους στόχους ανακύκλωσης για το 2020 ή που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες προκλήσεις ‒ και οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την εφαρμογή της αναθεωρημένης νομοθεσίας για τα απόβλητα και για την ανάπτυξη αγορών δευτερογενών πρώτων υλών.
Ο στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι τα υλικά τα οποία επιστρέφουν στην οικονομία είναι οικονομικά αποδοτικά και ασφαλή για τους πολίτες και το περιβάλλον. Προς αυτή την κατεύθυνση, η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να υποστηρίζει την έρευνα, τις επενδύσεις και την καινοτομία.
Comments